Λαπαροσκοπική - υστεροσκοπική χειρουργική
Η ενδοσκοπική χειρουργική (λαπαροσκοπική και υστεροσκοπική χειρουργική) αποτελεί σημαντικό εργαλείο στη διερεύνηση και θεραπεία της υπογονιμότητας.
Πολλά προβλήματα που δεν μπορούν να ανιχνευθούν με μια εξωτερική φυσική εξέταση ή υπερηχογραφικό έλεγχο, μπορούν να διαγνωσθούν με λαπαροσκόπηση ή υστεροσκόπηση, δύο εξετάσεις που δίνουν μια απευθείας εικόνα των πυελικών οργάνων και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για διαγνωστικούς και μόνο λόγους ή και θεραπευτικούς.
Οι ενδοσκοπικές αυτές επεμβάσεις πλεονεκτούν έναντι των παλαιότερων μεθόδων «ανοικτής κοιλιάς» διότι:
| Η νοσηλεία είναι ολιγόωρη ή μονοήμερη
| Μειώνεται ο κίνδυνος δημιουργίας μετεγχειρητικών συμφύσεων
| Ο μετεγχειρητικός πόνος είναι ελάχιστος
| Το αισθητικό αποτέλεσμα είναι άριστο (δεν υπάρχουν εξωτερικές μετεγχειρητικές ουλές στο δέρμα της κοιλιάς)
| Η διάρκεια της επέμβασης είναι σημαντικά μικρότερη σε σχέση με ανοιχτή μέθοδο
| Αποφεύγεται η διάνοιξη της κοιλότητας της μήτρας στην υστεροσκοπική χειρουργική
| Η επάνοδος στην καθημερινή δραστηριότητα και στην εργασία είναι γρήγορη
Λαπαροσκόπηση και υπογονιμότητα
Τι είναι η λαπαροσκόπηση;
Είναι μία ειδική εξέταση-μικροεπέμβαση που γίνεται υπό γενική αναισθησία. Με τη βοήθεια του λαπαροσκοπίου μπορούμε να παρατηρήσουμε το εσωτερικό της κοιλιάς και τα εσωτερικά γεννητικά όργανα της γυναίκας, από μια μικρή τομή (1cm) στον
ομφαλό. Μπορεί να συνδυαστεί με την υστεροσκόπηση, έτσι ώστε να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα για τη μήτρα, αφού με την εξέταση αυτή παρατηρούμε το εσωτερικό της.
Η λαπαροσκόπηση προσφέρει πολύτιμη βοήθεια στη διάγνωση πολλών γυναικολογικών παθήσεων και ιδιαίτερα αυτών που έχουν σχέση με την υπογονιμότητα.
Με τη λαπαροσκόπηση μπορούμε να ελέγξουμε:
| Το μέγεθος και τη μορφολογία της μήτρας, των σαλπίγγων και των ωοθηκών.
| Τη διαβατότητα των σαλπίγγων, πράγμα που επιτυγχάνεται με την εισαγωγή από τον τράχηλο της μήτρας, υπό μικρή πίεση, μιας ειδικής χρωστικής ουσίας (κυανού του μεθυλενίου) και τη διαπίστωση ότι η χρωστική διέρχεται από τα άκρα (τον κώδωνα και τους κροσσούς) των σαλπίγγων.
| Τη σαλπιγγωοθηκική σχέση, δηλαδή την καλή επαφή του κώδωνα και των κροσσών της κάθε σάλπιγγας με τη σύστοιχη ωοθήκη.
| Την παρουσία παθολογίας των έσω γεννητικών οργάνων, ιδιαίτερα ενδομητρίωσης και συμφύσεων.
Σε πολλές παθολογικές καταστάσεις, η διάγνωση και η θεραπεία μπορούν να συνδυαστούν στον ίδιο χειρουργικό χρόνο, με την ίδια αναισθησία. Μετά την πρώτη φάση διάγνωσης και εκτίμησης των βλαβών ακολουθεί η κυρίως χειρουργική επέμβαση για την αποκατάστασή τους.
Ποιες παθήσεις μπορεί να διαγνώσει;
| Ενδομητρίωση (περιτοναϊκή, ωοθηκική, ορθοκολπικού διαφράγματος)
| Συμφύσεις (σαλπίγγων-ωοθηκών κ.λπ.)
| Απόφραξη και άλλες παθολογικές καταστάσεις των σαλπίγγων
| Υδροσάλπιγγες (σάλπιγγες διατεταμένες με απόφραξη στο κωδωνικό τμήμα)
| Συγγενείς ανωμαλίες μήτρας (δίκερως, δίδελφυς, μονόκερως με ατροφικό κέρας κ.λπ.)
| Ινομυώματα μήτρας
| Κύστεις ωοθηκών-παραωοθηκικές
| Εξωμήτριος κύηση
Υστεροσκόπηση και υπογονιμότητα
Τι είναι η υστεροσκόπηση;
Η υστεροσκόπηση είναι μία ανώδυνη ειδική εξέταση, που διαρκεί λίγα λεπτά.
Συνήθως χορηγείται ελαφρά αναλγησία (μέθη). Η προσέγγιση της κοιλότητας της μήτρας γίνεται δια μέσου του κόλπου και του τραχήλου, χωρίς τομή. Αυτό επιτυγχάνεται με τη βοήθεια του υστεροσκοπίου, μικρής διαμέτρου (2,9-4 mm). Στο υστεροσκόπιο προσαρμόζεται ειδική κάμερα, που χρησιμεύει για την απεικόνιση και την καταγραφή της επέμβασης. Η υστεροσκόπηση είναι ελάχιστα επεμβατική και δεν είναι επώδυνη. Τέλος, δεν απαιτείται κάποια τομή, καθώς η μήτρα προσεγγίζεται δια μέσω του κόλπου και του τραχήλου. Η ασθενής συνήθως δεν χρειάζεται να παραμείνει στο νοσοκομείο πέραν της μίας ώρας μετά την επέμβαση, και επιστρέφει στις δραστηριότητές της την επόμενη μέρα, χωρίς κανέναν απολύτως περιορισμό.
Με την υστεροσκόπηση μπορούμε να παρατηρήσουμε:
| Το μέγεθος και το σχήμα της κοιλότητας της μήτρας
| Τα στόμια των σαλπίγγων
| Την υφή και το βαθμό ανάπτυξης του ενδομητρίου
| Τον τραχηλικό σωλήνα (ενδοτράχηλο)
Η υστεροσκόπηση υπερτερεί της υστεροσαλπιγγογραφίας για τη διερεύνηση της υπογονιμότητας και των επανειλημμένων αποβολών. Αποτελεί σημαντικό εργαλείο στη διάγνωση και τη θεραπεία της υπογονιμότητας, διότι έχει βρεθεί ότι σε ποσοστό έως και 62% των υπογόνιμων γυναικών υπάρχει παθολογία της ενδομητρικής κοιλότητας.
Πότε προτείνεται στην υπογονιμότητα;
Για να διευκρινίσει τα ευρήματα της σαλπιγγογραφίας και του υπερηχογραφήματος που αφορούν σε:
α) συμφύσεις
β) πολύποδα
γ) υποβλεννογόνιο ινομύωμα
δ) συγγενή ανωμαλία
| Σε επανειλημμένες αποβολές
| Μετά αποτυχία κυήσεως σε δύο συνεχόμενες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης
| Σε ιστορικό αποβολών, εκτρώσεων, διαγνωστικών αποξέσεων και άλλων επεμβάσεων στην κοιλότητα της μήτρας
| Για διερεύνηση ανεξήγητης υπογονιμότητας σε συνδυασμό με λαπαροσκόπηση
Πότε γίνεται η υστεροσκόπηση;
Η υστεροσκόπηση είναι καλό να πραγματοποιείται μετά το τέλος της περιόδου (8η- 12η ημέρα του κύκλου), οπότε μπορεί να εκτιμηθεί και η ποιότητα του ενδομητρίου, που βρίσκεται τότε στην παραγωγική φάση του. Η διενέργεια υστεροσκόπησης στην εκκριτική (δεύτερη) φάση του κύκλου πρέπει να αποφεύγεται διότι υπάρχει το ενδεχόμενο αρχόμενης εγκυμοσύνης.
Ποιες παθήσεις μπορεί να διαγνώσει;
| Ενδομητρικές συμφύσεις
| Ενδομητρικό ή τραχηλικό πολύποδα
| Συγγενείς ανωμαλίες διάπλασης της μήτρας (διάφραγμα μήτρας, μονόκερως μήτρα, διτράχηλος μήτρα, κ.λ.π.)
| Φλεγμονή του ενδομητρίου (ενδομητρίτιδα)
| Αδενομύωση η οποία χαρακτηρίζεται από καφεοειδείς ή μαύρες κηλίδες παρόμοιες με αυτές που παρατηρούνται λαπαροσκοπικά στην ενδομητρίωση
| Ουλές στο ενδομήτριο από προηγηθείσες αποξέσεις ή άλλες επεμβάσεις
| Υπερπλασία του ενδομητρίου
| Κακοήθεις νεοπλασίες της κοιλότητας της μήτρας
|